- προμηνύει
- προμηνύ̱ει , προμηνύωdenounce beforehandpres ind mp 2nd sgπρομηνύ̱ει , προμηνύωdenounce beforehandpres ind act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
περιεστικός — ή, όν, Α [περίειμι (Ι)] αυτός που προμηνύει ανάρρωση («τίνι τούτων ὀξὺ καὶ θανατῶδες ἢ περιεστικόν», Ιπποκρ.). επίρρ... περιεστικῶς με τρόπο που προμηνύει ανάρρωση … Dictionary of Greek
άνθος — Βασικό τμήμα κάθε φυτού, αν και υπάρχουν φυτά που δεν ανθοφορούν.Λέγεται και λουλούδι. Το ά. είναι το μέρος του φυτού που περιέχει τα όργανα της εγγενούς αναπαραγωγής· κατά κανόνα είναι το πιο όμορφο, το πιο φανταχτερό και το πιο ευωδιαστό μέρος… … Dictionary of Greek
αίσιος — ια, ιο (Α αἴσιος, ία, ιον) αυτός που προμηνύει κάτι καλό, ευνοϊκός, ευοίωνος (κυρίως για οιωνούς) νεοελλ. (για καταστάσεις) ευτυχής, χαρούμενος αρχ. κατάλληλος, ταιριαστός, δίκαιος, σωστός. [ΕΤΥΜΟΛ. < αἶσα βλ. λ.. ΠΑΡ. αρχ. αἰσιοῦμαι. ΣΥΝΘ.… … Dictionary of Greek
αεράτος — και αγεράτος και αγεράδος, η, ο [αέρας] 1. αυτός που έχει άνεση και χάρη στις κινήσεις και τους τρόπους του 2. σπαν. αυτός που προμηνύει άνεμο … Dictionary of Greek
ανεμώδης — ἀνεμώδης, ες (AM) (για χρονικό διάστημα) εκείνος κατά τη διάρκεια του οποίου επικρατούν άνεμοι αρχ. 1. εκτεθειμένος στους ανέμους, ανεμοδαρμένος 2. ο προκαλούμενος από τους ανέμους 3. εκείνος που προμηνύει άνεμο … Dictionary of Greek
ανθός — Βασικό τμήμα κάθε φυτού, αν και υπάρχουν φυτά που δεν ανθοφορούν.Λέγεται και λουλούδι. Το ά. είναι το μέρος του φυτού που περιέχει τα όργανα της εγγενούς αναπαραγωγής· κατά κανόνα είναι το πιο όμορφο, το πιο φανταχτερό και το πιο ευωδιαστό μέρος… … Dictionary of Greek
απαίσιος — α, ο (AM ἀπαίσιος, ον κ. ιος, ία, ον) [αίσιος] ο δυσοίωνος, αυτός που προμηνύει κάτι κακό μσν. νεοελλ. φρικτός, αποτρόπαιος νεοελλ. αποκρουστικός, πολύ άσχημος … Dictionary of Greek
αριστερός — ή, ό (AM ἀριστερός, ά, όν) 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο μισό μέρος του ανθρώπινου σώματος, που ορίζεται με μία νοητή από κορυφής κάθετη γραμμή και στο οποίο γίνονται αισθητοί οι παλμοί της καρδιάς, ο ζερβός (αντίθετο: δεξιός) 2. αυτός που … Dictionary of Greek
βροχερός — ή, ό [βροχή] 1. (για τον καιρό) εκείνος που προμηνύει ή φέρνει βροχή 2. (για κλίμα, τόπο, εποχή) αυτός που έχει πολλές βροχές … Dictionary of Greek
δυσκληδόνιστος — δυσκληδόνιστος, ον (Α) αυτός που προμηνύει κακά … Dictionary of Greek